Δακρυοαδενίτιδα: Πώς αντιμετωπίζεται;
Πλήθος οφθαλμικών παθήσεων μπορούν να επηρεάσουν όχι μόνο τους
οφθαλμούς αυτούς καθαυτούς, αλλά και τις τριγύρω δομές. Μία από αυτές τις
δομές που είναι επιρρεπείς σε παθολογικές καταστάσεις όπως η ανάπτυξη
φλεγμονής είναι και η δακρυoαδενίτιδα. Η δακρυoαδενίτιδα συνιστά φλεγμονή
των δακρυϊκών αδένων, οι οποίοι είναι υπεύθυνοι κατά βάση για την
παραγωγή δακρύων. Αυτή η πάθηση μπορεί να εκδηλωθεί σε οξεία ή χρόνια
μορφή σε άτομα διαφόρων ηλικιών, επηρεάζοντας την οφθαλμική υγεία και τη
συνολική ποιότητα ζωής τους. Η ορθή διάγνωση και θεραπεία της
δακρυοαδενίτιδας είναι ζωτικής σημασίας για την ανακούφιση των
συμπτωμάτων και την πρόληψη πιθανών επιπλοκών.
Τι είναι η δακρυoαδενίτιδα;
Η δακρυοαδενίτιδα είναι η φλεγμονή των δακρυϊκών αδένων, οι οποίοι είναι υπεύθυνοι για την παραγωγή των δακρύων. Οι δακρυϊκοί αδένες βρίσκονται στην άνω εξωτερική περιοχή του οφθαλμικού κόγχου και διαδραματίζουν ουσιαστικό ρόλο στη διατήρηση της οφθαλμικής υγείας παράγοντας δάκρυα τα οποία με τη σειρά τους συμβάλλουν στη λίπανση της επιφάνειας των οφθαλμών. Τα δάκρυα περιέχουν επίσης ένζυμα που βοηθούν στην καταπολέμηση των βακτηριακών λοιμώξεων. Κατά συνέπεια, η φλεγμονή των δακρυϊκών αδένων μπορεί να οδηγήσει σε μια σειρά δυσάρεστων συμπτωμάτων. Η δακρυοαδενίτιδα μπορεί να εμφανιστεί μονόπλευρα ή αμφοτερόπλευρα και γενικά είναι σπάνια. Η φλεγμονή αυτή μάλιστα του δακρυϊκού αδένα μπορεί να είναι οξεία ή χρόνια. Οι περιπτώσεις οξείας δακρυαδενίτιδας είναι συχνά λοιμώδους προέλευσης και τυπικά μονόπλευρες.
Αίτια δακρυoαδενίτιδας
Τα αίτια της δακρυoαδενίτιδας μπορούν να κατηγοριοποιηθούν ευρέως σε λοιμώδους και μη λοιμώδους προέλευσης. Αρχικά, ως προς τα αίτια λοιμώδους προέλευσης, βακτηριακές, ιογενείς ή μυκητιασικές λοιμώξεις ευθύνονται συχνά για την ανάπτυξη φλεγμονής στον δακρυϊκό αδένα. Ως προς τις βακτηριακές λοιμώξεις, ο σταφυλόκοκκος, ο στρεπτόκοκκος και ο γονόκοκκος είναι κοινά βακτήρια που μπορούν να οδηγήσουν σε δακρυοαδενίτιδα. Παράλληλα, ιοί όπως ο ιός της παρωτίτιδας, ο ιός Epstein-Barr και ο απλός έρπης μπορούν να επηρεάσουν τον δακρυϊκό αδένα, οδηγώντας σε φλεγμονή. Τέλος, μυκητιασικές λοιμώξεις από μύκητες όπως η Candida και ο Aspergillus μπορούν επίσης να επηρεάσουν τον δακρυϊκό αδένα και να προκαλέσουν δακρυοαδενίτιδα.
Στα μη λοιμώδη αίτια της πάθησης συγκαταλέγονται αρχικά ορισμένες αυτοάνοσες διαταραχές, όπως το σύνδρομο Sjogren, η ρευματοειδής αρθρίτιδα και ο συστηματικός ερυθηματώδης λύκος. Οι διαταραχές αυτές μπορούν να προκαλέσουν φλεγμονή στους δακρυϊκούς αδένες ως μέρος μιας γενικευμένης ανοσολογικής απόκρισης. Παράλληλα, συστηματικές ασθένειες όπως η σαρκοείδωση μπορεί να οδηγήσουν σε δακρυοαδενίτιδα καθώς επηρεάζουν πολλαπλά συστήματα οργάνων, συμπεριλαμβανομένων των οφθαλμών. Αν και λιγότερο συχνοί, καλοήθεις ή κακοήθεις όγκοι του δακρυϊκού αδένα μπορούν να μιμηθούν τα συμπτώματα της δακρυοαδενίτιδας και να προκαλέσουν φλεγμονή. Τέλος, σε ορισμένες περιπτώσεις η δακρυοαδενίτιδα χαρακτηρίζεται ως ιδιοπαθής, η αιτία της δηλαδή παραμένει άγνωστη.
Συμπτώματα που προκαλεί η δακρυοαδενίτιδα
Η κλινική εικόνα της δακρυοαδενίτιδας ποικίλλει ανάλογα με το αν η πάθηση είναι οξεία ή χρόνια. Αν πρόκειται για την οξεία μορφή της νόσου, τα συμπτώματα συνήθως αναπτύσσονται ταχέως και περιλαμβάνουν πόνο και οίδημα στο άνω εξωτερικό τεταρτημόριο του οφθαλμικού κόγχου, ερύθημα στην πλάγια όψη του βλεφάρου και περιστασιακή πυώδη έκκριση. Οι ασθενείς μπορεί επίσης να εμφανίσουν πυρετό και κακουχία. Η χρόνια δακρυοαδενίτιδα από την άλλη πλευρά εκδηλώνεται με πιο ήπιο τρόπο, προκαλώντας συμπτώματα όπως επίμονο οίδημα του δακρυϊκού αδένα χωρίς σημαντικό πόνο. Η χρόνια δακρυοαδενίτιδα μπορεί να οδηγήσει σε ξηροφθαλμία λόγω μειωμένης παραγωγής δακρύων και σε σοβαρές περιπτώσεις μπορεί να προκαλέσει την εμφάνιση μιας ορατής μάζας.
Επιλογές θεραπείας για τη δακρυοαδενίτιδα
Η θεραπεία της δακρυοαδενίτιδας καθορίζεται κυρίως από την υποκείμενη αιτία που προκάλεσε τη φλεγμονή. Επειδή αυτή η πάθηση μπορεί να προκύψει από ποικίλες αιτίες, από βακτηριακές λοιμώξεις έως αυτοάνοσα νοσήματα, η εφαρμογή μιας προσαρμοσμένης θεραπευτικής προσέγγισης είναι απαραίτητη. Αρχικά, εάν επιβεβαιωθεί η βακτηριακή λοίμωξη ως η αιτία, έχει ένδειξη η χορήγηση αντιβιοτικής αγωγής. Σε ορισμένες περιπτώσεις, τοπικές αντιβιοτικές αλοιφές ή οφθαλμικές σταγόνες μπορεί επίσης να χρησιμοποιηθούν σε συνδυασμό με φάρμακα από του στόματος για πιο αποτελεσματική θεραπεία. Για την οφειλόμενη σε κάποια αυτοάνοση πάθηση δακρυαδενίτιδα, έχει ένδειξη η χορήγηση αντιφλεγμονωδών φαρμάκων και κορτικοστεροειδών. Σε σοβαρές περιπτώσεις όπου η αιτία είναι κάποια συστηματική νόσος, μπορεί να έχει ένδειξη η χορήγηση ανοσοκατασταλτικών φαρμάκων. Επιπλέον, Επιπλέον, μπορούν να εφαρμοστούν ορισμένες πρακτικές για τη διαχείριση των συμπτωμάτων, όπως η λήψη μη συνταγογραφούμενων αναλγητικών φαρμάκων, η εφαρμογή ζεστής κομπρέσας στην πάσχουσα περιοχή για την ανακούφιση του οιδήματος αλλά και τεχνητών δακρύων ή λιπαντικών οφθαλμικών σταγόνων για την αντιμετώπιση της ξηροφθαλμίας. Σε σπάνιες περιπτώσεις όπου έχει σχηματιστεί μια μεγάλου μεγέθους μάζα που δεν υποχωρεί ή υφίσταται υποψία κακοήθειας, έχει ένδειξη η χειρουργική επέμβαση. Η Χειρουργός Οφθαλμίατρος Δρ. Δήμητρα Πορτάλιου αντιμετωπίζει τη δακρυοαδενίτιδα εφαρμόζοντας την κατάλληλη ανά περίπτωση προσέγγιση προκειμένου να επιτευχθεί άρση των συμπτωμάτων.